Η ζωή μου με τα Impreza GT. Όταν ματώνει η τροχοφόρα μου καρδιά

Post date:

Author:

Category:

Ιμπρεζιονισμός στο φουλ. Μαζί με κάμποσο κρύο στο απόμακρο βασίλειο της Β. Ευρώπης. True story με το Impreza GT

Subaru Impreza GT

Ο «Strifter» είχε καταφθάσει εκεί, αποσταλμένος από το αφεντικό του, για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον εκεί απόδημο Ελληνισμό, αλλά και για ν’ ασχοληθεί με κάποια μεταπτυχιακά που τον ενδιέφεραν

Πίσω, όμως, απ’ όλα αυτά ελλόχευε το κρυφό του πάθος: Το καλό (ίσον, γρήγορο) τουτού!  Πέντε χρόνια θα έμενε εκεί.

Δεν μπορεί… Αν στερούνταν αυτό και ‘κείνο και τ’ άλλο, αν έψαχνε την αγορά και ρωτούσε για συμφέρουσες τιμές και προσφορές, κάποια στιγμή θα έκανε το μεγάλο άλμα. Από το συμπεριφορικά ανεκδιήγητο, πρώτο του αυτοκίνητο, το Charade GTi, που μόλις είχε πουλήσει για να φύγει για εξωτερικό, θα πραγματοποιούσε το δύσκολο εγχείρημα.

Και το πραγματοποίησε! Μετά από δίχρονες θυσίες, μαγειρέματα και ψαξίματα, ήρθε εκείνο το βράδυ της Πέμπτης του Σεπτέμβρη του ’95, που ο τόπος δε τον χώραγε. Η αιτία ήταν ένα Subaru Impeza GT.

Μαύρο και απαστράπτον, χωρίς ηλεκτρονικά «βοηθήματα», με τροχούς μόλις 15 ιντσών και χωρίς «αρκουδίσια». Μόνο μία ηλιοροφή κι ένας (ναι, μόλις ένας) αερόσακος όλη του η πολυτέλεια.

Το Impreza GT μου των 211 ίππων και των 27,7 κιλών ροπής και της τετρακίνησης ”Visco-koppling”, όπως την αποκαλούσαν οι Βίκινγκς, που με φιλοξενούσαν, ξεχείλισε μεμιάς όλη την αυτοκινητική μου ύπαρξη

Το πήγαινα από δω, το πήγαινα από κει και δεν είχα πού να το κρεμάσω το καινούργιο κοσκινάκι μου, που μου φαινόταν πιο πύραυλος κι από πύραυλο και που δεν είχα κλείσει μάτι όλη τη βδομάδα που το περίμενα, για να μου το παραδώσουν.

Δεν είναι και λίγο πράμα δα… Από ένα λιλιπούτειο, αν και δυνατούτσικο, χιλιαράκι, να βρεθείς σε μια από τις οδηγητικές κορυφές της εποχής εκείνης..

Υπήρχαν, βέβαια, και οι αντρίκιες εκδόσεις STI Type RA και Type R. Όμως, ήταν ακόμα δυσεύρετες και πανάκριβες στη Γηραιά Ήπειρο. Ένα ταπεινό GT ήταν από τα πιο ενδιαφέροντα, οδηγικά, τετράτροχα, που μπορούσε κάποιος να αποκτήσει σχετικά εύκολα. 

Όσο για το δικό μου καμάρι, το Impeza GT μου, το κοίταζαν και περίεργα οι ντόπιοι… Άλλης κουλτούρας άνθρωποι στην καθημερινότητά τους. Σίγουρα και στην οδήγησή τους. Βολβοκράτορες και Σααμποκράτορες, που θεωρούσαν ότι οδήγηση είναι αερόσακοι, χλίδα και… «πγιότητα» κατασκευαστική. Kαι μόνον.

Αμ, δε! Τους «σβέρκωνα« όπου μπορούσα κι όπου τους πετύχαινα. Σε δάση (απίστευτα τα δάση τους), σε επαρχιακούς δρόμους, στα ταξίδια μου προς και από Ελλάδα εκείνα τα καλοκαίρια. Ειδικά, όταν του έβαλα και εγκέφαλο και τούρμπο STI και τέσσερα αγωνιάρικα, χειροποίητα ”κούτσουρα” της Bilstein.

Δυόμισι χρόνια με συντρόφεψε και κει και δω – αν και λίγοι τα γνώριζαν στην Ελλάδα τότε. Ήρθε, όμως, το πλήρωμα του χρόνου κι έπρεπε να γυρίσω στη μαμά-Πατρίς… Να το φέρω μεταχειρισμένο, όπως πια ήταν, δε συνέφερε. Φόροι επί φόρων (αθάνατη Ελλάδα! ) ανέβαζαν τη φορολογία του στο 300%!

Άλλο που δεν ήθελα ο πολυμήχανος και κάνω τη σοβαρή κίνηση να το δώσω και να πάρω τον αντικαταστάτη του, δηλαδή το Impreza GT του ’98! Και μάλιστα σε χτυπητό κόκκινο! Τι κουκλάκι κι αυτό… Ίδια άλογα αλλά παραπανίσια ροπή (29,6 kgm), πιο σφιχτό και με καλύτερη αίσθηση, τροχοί, πλέον, 16” και όμορφα «μπακετόνια» αντί των… «καρεκλών» του πρώτου.

Βέβαια, τα καλά πράματα (εγκέφαλος, τούρμπο, ανάρτηση) ξαναπληρώθηκαν και ξαναφορέθηκαν. Άντε πάλι, το ίδιο τροπάρι με τους ντόπιους, που σιγά-σιγά μάθαιναν περί τίνος πρόκειται. 

Με πήγε σε καταπληκτικά μέρη, με έστριψε όπως δε μ’ είχαν ξαναστρίψει και με γκάζωσε τόσο, ώστε μόνο γεράκια και ελάφια (υπήρχαν μπόλικα εκεί) να μου την πέφτουν από μακριά. Πίστεψα ότι αυτό είναι το τουτού με το οποίο θα γεράσω. Και δε με χάλαγε καθόλου η σκέψη

Όμως, συνέβη κάτι… Η Ελλάδα. Η Ελλάδα που τρώει τα παιδιά της από παλιά, που αλλάζει νόμους εν μία νυκτί, που άλλα εξαγγέλλει και άλλα πραγματοποιεί. Βρέθηκα, λοιπόν, σπίτι μου με ένα «εργαλείο», που δεν μπορούσα να συντηρήσω, ούτε να δικαιολογήσω τεκμαρτά. Άτιμη, δημοσιοϋπαλληλική φτώχεια.

Ας είναι καλά ο φίλος, ο οδοντίατρος, που μου το αγόρασε. Ακόμα ματώνει ό,τι απέμεινε από την τροχοφόρα καρδιά μου, αλλά, το ξαναλέω, καλά να’ ναι το παιδί, γιατί μ’ έβγαλε από δεινή οικονομική θέση. 

Δεν παραπονιέμαι (πολύ… ) Παρηγορήθηκα, έκτοτε, με κανα-δυο φιλότιμα τετράτροχα. Φιλότιμο και προσεγμένο θεωρώ και το τωρινό μου. 

Στη σκέψη μου, όμως, ακόμα γυρίζουν πού και πού το μαυροτσούκαλό μου και το κοκκινέλι μου. Αυτά με τα οποία, κάτω από το βόρειο φεγγάρι, ως δεύτερος Μενέλαος Λουντέμης, κυνηγούσα τους ανέμους.

Photo: Aρχείο Nordvinden

Το 4Drivers δεν ταυτίζεται κατ΄ανάγκην με τις απόψεις των αρθρογράφων που φιλοξενεί, ενώ, ταυτόχρονα, ενθαρρύνει την ελευθερία γνώμης των contributors προς μια ευρύτερη αντίληψη της αυτοκίνησης.

Διαβάστε μας (και) στο Protagon

Διαβάστε μας (και) στο Autotypos

Ίσως να σ’ αρέσει