Ένα ωραίο, κλασικό «φάντασμα» ξεπηδά απ’ το αρχείο. Ήταν η μαγική στιγμή που ο έμπειρος Κώστας Δημητρέλης οδήγησε την εκπάγλου καλλονής αλλά και πανάκριβη Mercedes-Benz 300 SL. Αυτό είναι το ξεσκόνισμα απ΄τα συρτάρια για τη «γιαγιά», τον «ψηλέα» και το true story του ενός εκατομμυρίου. Και παραπάνω
Πρέπει να ‘ταν το 2001. H δημοσιογραφική παρουσίαση της 5ης γενιάς της Mercedes SL (R230), στη Γαλλία. Αμ έλα που η κλασική Mercedes-Benz 300 SL ήταν όλα τα λεφτά. Ενσταντανέ που δε φεύγεις χωρίς την αναμνηστική φωτό
Η δοκιμαστική διαδρομή κατέληγε σε ένα chateau (οικογενειακό πύργο) που βρισκόταν στην μέση ενός τεράστιου κτήματος.
Η «έκπληξη» που επιφύλασσαν οι άνθρωποι της Mercedes στους δημοσιογράφους ήταν η παρουσία όλων των προηγούμενων μοντέλων SL, σε επαρκείς αριθμούς για να οδηγήσουν όποια ήθελαν.
Οι Γερμανοί είχαν μεταφέρει πολλές SL απ’ το Μουσείο της Mercedes-Benz και από την παρακαταθήκη κλασικών αυτοκινήτων του Μ-Β Classic Center, στη Στουτγάρδη.
Επίσης, είχαν επικοινωνήσει με πολλούς πελάτες τους απ’ όλα τα Mercedes-Benz Club της Γερμανίας. Είχαν «παρακαλέσει» (δηλαδή… διατάξει) πολλούς ιδιοκτήτες διαφόρων μοντέλων SL να δανείσουν στη μαμά-εταιρεία τα αυτοκίνητά τους για τις ανάγκες της παρουσίασης.
Οι περισσότεροι συνάδελφοι προτίμησαν να οδηγήσουν τις SL της τρίτης γενιάς (R107, 1971-1989). Ήταν η μακροβιότερη και πιο γνωστή γενιά στο ευρύ κοινό. Κυρίως μέσω του αμερικανικού κινηματογράφου της δεκαετίας του ’80, στα «Bevelry Hills Cop» και «American Gigolo». Ο υποφαινόμενος, ως εκ γενετής έχων τη γνωστή «πετριά» με τα «παλιοσίδερα», πήγε κατ’ ευθείαν στους εκπροσώπους της πρώτης σειράς (W198, 1954-1963)
Έτσι ήταν το κόκπιτ του αυτοκινήτου που κουβαλάει κάμποση απ΄ την ιστορία της Στουτγάρδης. Ψηλό κατώφλι εισόδου, τιμόνι που μετακινούνταν σε γωνία 90 μοιρών μπας και διευκολυνθεί το μπες-βγες και περιορισμένος αποθηκευτικός χώρος πίσω απ’ τα καθίσματα. Στην Coupe το πορτμπαγκάζ χρησιμοποιούνταν για τον εφεδρικό τροχό και το ρεζερβουάρ. ”Less is more”, δεν το λένε;
Αντιμέτωπος με τις κυρίες. Αλλά και τον ψηλέα
Υπήρχαν τρεις, αν θυμάμαι καλά. Μία κουπέ, η γνωστή Gullwing και δύο ολίγον μεταγενέστερες Roadster.
Δίπλα τους στεκόταν ένας δίμετρος γερμαναράς ο οποίος τις επόπτευε. Αρχικώς υπέθεσα ότι, λόγω της υψηλότατης συλλεκτικής τους αξίας, τα συγκεκριμένα αυτοκίνητα βρίσκονταν εκεί μόνον για να τα δούμε. Ότι, δηλαδή, ο ψηλέας εκτελούσε καθήκοντα τσομπανόσκυλου, για να μας κρατά σε κάποια απόσταση απ’ τα σπάνια τεχνουργήματα.
Εκείνη την εποχή η αξία μιας ανοιχτής 300 SL πλησίαζε το $1.000.000. Η αντίστοιχη τιμή της ακόμα πιο σπάνιας Gullwing έφτανε άνετα τα $1.400.000 – οι τιμές πάντα κατά προσέγγιση και για αυτοκίνητα άριστα αποκατεστημένα, όπως εκείνα.
Πλησίασα κι άρχισα να περιεργάζομαι τα αυτοκίνητα. Ο ψηλέας μάλλον είχε αρχίσει να βαριέται. Κανείς άλλος από τους παρισταμένους δεν καταδεχόταν να πλησιάσει τις «γιαγιάδες»
Έτσι, ο ψηλέας φάνηκε να χαίρεται πολύ όταν του ‘πιασα κουβέντα για το σωληνωτό χωροδικτύωμα της Gullwing. ζύγιζε μόλις 82 κιλά και εξ’ αιτίας του η Mercedes-Benz 300 SL είχε αυτές τις παράξενες πόρτες. Μάλιστα, για την επιδιωκώμενη ακαμψία του πλαισίου το κατώφλι των θυρών έπρεπε να είναι πολύ ψηλό και αναγκαστικά ο μόνος τρόπος για να ανοίγουν οι πόρτες ήταν προς τα πάνω
Η κουβέντα συνεχίστηκε στο πόδι και για το μοναδικό μηχανικό σύστημα ψεκασμού της Bosch που ήλκυε την καταγωγή του από το V12 αεροπορικό κινητήρα Daimler-Benz 601, του 1940. Όπως και για την ανεξάρτητη πίσω ανάρτηση με τους αιωρούμενους βραχίονες.
Αλλά και τα μάλλον παλιομοδίτικα ταμπούρα του συστήματος πέδησης. Η αλήθεια είναι πως χαλούσαν κάπως το, κατα τ’ άλλα, διαστημικό -για το 1954- τεχνολογικό προφίλ του αυτοκινήτου.
Η Mercedes-Benz 300 SL, η «Gullwing» με τα «φτερά γλάρου» και την υπεραξία ενός αυτοκινήτου που κοστίζει πλέον του ενός εκατομμυρίου ευρώ. Το βίντεο του βρετανικού evo αναρωτιέται αν αυτή η αεροδυναμική καλλονή σηματοδοτεί το πρώτο υπεραυτοκίνητο στην ιστορία
Η ερώτηση του ενός εκατομμυρίου. Και παραπάνω
Κάποια στιγμή, λοιπόν, ο ψηλέας εκστόμισε την ερώτηση του ενός εκατομμυρίου: «Θέλετε να την οδηγήσετε;»
Χαχα! Πώς δεν ήθελα! Αλλά εγώ επέμενα να κλωτσάω την ανέλπιστη τύχη μου. «Είστε βέβαιος;», τον ρώτησα. «Αυτό το αυτοκίνητο κάνει ενάμισι εκατομμύριο, πώς μου το εμπιστεύεστε; Με ξέρετε κι από χθες; Κι αν το κοπανήσω σε καμιά μυτερή γωνιά του chateau;»
Η απάντησή του ψηλέα μ’ έκανε να λιώσω: «Τα αυτοκίνητα κατασκευάζονται για να οδηγούνται και γι’ αυτό τα φέραμε εδώ. Εξάλλου, είδα ότι εσείς ήρθατε κατ’ ευθείαν να δείτε αυτά εδώ. Άρα γνωρίζετε αρκετά πράγματα γι’ αυτά και εικάζω ότι θα τα σεβαστείτε. Ε, κι αν κάτι πάει στραβά, είναι πολύ ακριβά ασφαλισμένα»
Η επόμενη κίνησή μου ήταν να δρασκελίσω το ψηλό κατώφλι της Gullwing. Όμως, διαπιστώνω ότι ο σεβαστής διαμέτρου μηρός μου και η λίαν ευμεγέθης κοιλιά μου, μου απαγορεύουν την είσοδο.
«Δυστυχώς, δεν χωράω. Eίμαι χοντρός γι’ αυτό το μικρό κόκπιτ της δεκαετίας του ’50», λέω στον ψηλό.
«Μην ανησυχείτε! Και ο Neubauer, χοντρός ήταν», μου αποκρίνεται καθησυχαστικά ο γερμαναράς.
Για την ιστορία, ο Alfred Neubauer ήταν ο αγωνιστικός διευθυντής των Mercedes στα Grand Prix, για τρεις συναπτές δεκαετίες (1926-1955). Έως την αποφράδα μέρα, στο Le Mans του ’55, όπου σκοτώθηκαν 80 άνθρωποι με μία αγωνιστική 300 SLR να πέφτει στο πλήθος. Το σοκ ήταν μεγάλο. Η Mercedes αποσύρθηκε απ΄τους αγώνες και ο Neubauer παραιτήθηκε. Για να κλείσουμε την παρένθεση, εγκτατέλειψε τον μάταιο τούτο κόσμο σε ηλικία 89 ετών, το 1980. Πού αλλού; Στη Στουτγάρδη
Μέσα στην 300 SL. Η ευπειθής αναφορά
Ο ψηλέας, λοιπόν, απλώνει τη χερούκλα του στο κέντρο του μεγάλου λευκού βολάν κι απελευθερώνει έναν μικρό μεντεσέ. Το τιμόνι γύρισε οριζόντια κι έτσι μπόρεσα να γλιστρήσω στο μικρό μπάκετ κάθισμα με την καρό υφασμάτινη ταπετσαρία.
Όταν βολεύτηκα, επανέφερε το τιμόνι στη σχεδόν κάθετη θέση του και το «κούμπωσε» μ’ ένα κλικ. Τώρα ήμουν αιχμάλωτός της. Δεν μπορούσα να βγω πια!
«Δεν βαριεσαι», σκέφτηκα, «ας πεθάνω εδώ μέσα και μετά θάψτε με μέσα σε αυτήν -δεν με χαλάει ποσώς»
Τώρα, για να πω την αλήθεια δεν την ευχαριστήθηκα και πολύ τη βόλτα εντός του κτήματος. Απ’ τη μια το άγχος μου για το πανάκριβο, συλλεκτικό αυτοκίνητο, κι απ’ την άλλη το ότι ήταν τόσο, μα τόσο ΔΥΣΚΟΛΟ στην οδήγηση! Πώς διάολο έτρεχαν σε αγώνες με αυτά τα πράγματα τότε; Το τιμόνι λες και ήταν… πέτρινο! Δεν έστριβε με τίποτα, αν οι τροχοί δεν κυλούσαν
Οι ταχύτητες ήθελαν διπλό πάτημα στο θεόβαρο συμπλέκτη για να εμπλακούν. Και τα φρένα είχαν μια παρεξηγήσιμη τάση να μπλοκάρουν στους ημιχωμάτινους δρομίσκους πέριξ του πύργου. Γενικώς, σε κάθε μου κίνηση το αυτοκίνητο μού μιλούσε, αλλά όχι πολύ ευγενικά. Μάλλον πρέπει να έλεγε κάτι σαν «φύγε από πάνω μου, άσχετε»
Ευτυχώς κατάφερα να εκκινήσω αξιοπρεπώς, χωρίς να μου σβήσει ή να πηδήξει απότομα προς τα μπρός. Προσποιήθηκα τον άνετο στον γερμαναρά (μη γίνουμε και ρεζίλι), έκανα μια σύντομη βόλτα κι επέστρεψα το αυτοκίνητο στο χώρο στάθμευσης.
Ευτυχώς, το άγχος μου δεν φαίνεται στις φωτογραφίες που έβγαλα μετά. Και κάπως έτσι μπορώ να παριστάνω σε σας ότι δάμασα το θηρίο…
Photo: Αρχείο Κώστα Δημητρέλη / daimler.com
Το 4Drivers δεν ταυτίζεται κατ΄ανάγκην με τις απόψεις των αρθρογράφων που φιλοξενεί, ενώ, ταυτόχρονα, ενθαρρύνει την ελευθερία γνώμης των contributors προς μια ευρύτερη αντίληψη της αυτοκίνησης.